хрыч - ορισμός. Τι είναι το хрыч
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

Τι (ποιος) είναι хрыч - ορισμός


хрыч      
муж. хрычовка жен. бранное или шутл. старикашка, старуха. Старый хрыч, пора тебе спину стричь!
ХРЫЧ      
старый человек, старик.
Старый х.
хрыч      
м. разг.-сниж.
1) Старый человек, старик.
2) Употр. как бранное слово, которым обзывают такого человека.
Παραδείγματα από το σώμα κειμένου για хрыч
1. Старый хрыч кинул в мальчика тяжелый, суровый-пресуровый взгляд: "Ты что?!
2. Некоторые стали меня упрекать: мол, старый хрыч, не хочет молодежи помочь.
3. Бывало, скажешь ему: "Ну что, старый хрыч, пойдем гулять?" А он в ответ напрягается и не верит.
4. Вот хотя бы его фраза: "Я терпеть тебя не могу, старый хрыч!" Как же монашеское смирение и любовь?
5. - Старый хрыч, совсем оглох! (Громче.) Виктор Михайлович, мы вас так любим, не могли бы вы ответить на один вопрос?!
Τι είναι хрыч - ορισμός